Οι μέχρι στιγμής εξελίξεις στην διαδικασία κρίσης του αιτήματος έκδοσης στην Τουρκία των 8 στρατιωτικών που κατέφυγαν στην Ελλάδα προκαλούν προβληματισμό. Όπως έχει γίνει γνωστό οι εκζητούμενοι έχουν εξ αρχής αιτηθεί να αναγνωριστούν ως πρόσφυγες από την Ελλάδα και να τύχουν της ανάλογης διεθνούς προστασίας. Το αίτημά τους έχει απορριφθεί σε πρώτο βαθμό από την Υπηρεσία Ασύλου, ωστόσο έχουν ασκήσει προσφυγή ενώπιον των αρμοδίων Επιτροπών. Η εκκρεμότητα αυτή σημαίνει ότι η κρίση επί του αιτήματος ασύλου δεν είναι τελεσίδικη, καθώς η τελεσιδικία προϋποθέτει απόφαση επί της προσφυγής και παρέλευση της προθεσμίας αίτησης ακύρωσης ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων.
Σημειωτέον ότι ο νόμος προβλέπει ρητά ότι «[…]1. Οι αιτούντες επιτρέπεται να παραμένουν στη χώρα μέχρι την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας και απαγορεύεται η απομάκρυνσή τους με οποιονδήποτε τρόπο[…]. […]2.[…]Κανένας δεν εκδίδεται πριν εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της αίτησής του, εφόσον επικαλείται φόβο δίωξης στο εκζητούν κράτος[…]» (άρθρο 37 Ν.4375/2016 ΦΕΚ Α΄51). Σύμφωνα, δε, με τις συστάσεις της Ύπατης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες η διερεύνηση του αιτήματος έκδοσης έπεται της απόφασης για το αίτημα ασύλου, ειδικά τη στιγμή που το αίτημα αυτό κατατέθηκε πριν οι τουρκικές αρχές ζητήσουν την έκδοση και μάλιστα άμεσα με την άφιξη των Τούρκων στρατιωτικών.
Δυστυχώς η δικαιοσύνη επέλεξε να επιταχύνει την έναρξη της διαδικασίας έκδοσης ενώ ακόμα οι 8 Τούρκοι είναι αιτούντες άσυλο, γεγονός που κατά τα παγίως δεκτά γενόμενα γεννά κίνδυνο απώλειας δικαιωμάτων στην διαδικασία ασύλου και μη ώριμης κρίσης για το ζήτημα της έκδοσης. Εξάλλου, εσφαλμένα δικάστηκε άμεσα με τη διαδικασία του αυτοφώρου η ποινική δίωξη κατά των 8 Τούρκων για παράνομη είσοδο με καταδικαστική μάλιστα κατάληξη, ενώ το παράνομο της εισόδου εξαρτάται λογικά και νομικά από το κατά πόσον οι εν λόγω έχουν δικαιολογημένο φόβο δίωξης και αναζητούν διεθνή προστασία, με την οποία είναι σύμφυτη και δικαιολογημένη η παράτυπη είσοδος. Αμφιβολίες, δε, για το δίκαιο της κρίσης επί του αιτήματος έκδοσης δημιουργούν επίσης τόσο οι αντιφατικές ομόφωνες αποφάσεις δύο διαφορετικών Συμβουλίων Εφετών, αλλά και η άσκηση έφεσης από τον Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών, ενώ η Εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την απόρριψη του αιτήματος έκδοσης, και με τον μη προβλεπόμενο στο νόμο λόγο «της σοβαρότητας της υπόθεσης που απαιτεί να αχθεί η υπόθεση σε ανώτερο δικαστήριο», όταν μάλιστα υπάρχει αντίθετη πρόσφατη πάγια νομολογία των ως άνω αρμοδίων δικαστηρίων, συμπεριλαμβανομένου και του Αρείου Πάγου για υποθέσεις αιτούντων άσυλο και προσφύγων στην Τουρκία.
Συγκεκριμένα, κατά το διάστημα των ετών 2013-2014 ενεργοποιήθηκε η διαδικασία έκδοσης προς την Τουρκία σημαντικού αριθμού Τούρκων αιτούντων άσυλο/αναγνωρισμένων προσφύγων στη χώρα μας (περί τα 20 αιτήματα). Ο Άρειος Πάγος και τα αρμόδια Συμβούλια Εφετών (Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Πειραιώς, Πατρών, Χαλκίδας), απέρριψαν όλα τα ως άνω αιτήματα έκδοσης, με πάγια, πλέον, νομολογία αποφαινόμενα ότι η έκδοση τους στην Τουρκία κωλύεται από τον υφιστάμενο κίνδυνο επιδείνωσης της θέσης του εκζητουμένου - ιδίως ως προς τις βασικές εγγυήσεις περί δίκαιης δίκης- εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων ή/και γιατί η δίωξη αφορά πολιτικό έγκλημα ή συναφές ή/και γιατί είναι αόριστη και υποκρύπτει δίωξη για άλλους λόγους ή/και γιατί εκκρεμεί αίτημα ασύλου στην Ελλάδα.
Παρά ταύτα, η διαδικασία της έκδοσης προχώρησε ήδη με πρωτοβάθμια κρίση του Συμβουλίου Εφετών για 6 από τους ως άνω εκζητούμενους αιτούντες άσυλο και παρά το γεγονός ότι η Τουρκία έχει αναστείλει την ισχύ της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, εισάγοντας πλέον και επίσημα σοβαρές παρεκκλίσεις από το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη. Οι παρεκκλίσεις αυτές διαπιστώνονται σε πρόσφατη απόφαση ανωτέρου δικαστηρίου της Γερμανίας (παρατεταμένη κράτηση από την αστυνομία χωρίς άδεια από τις δικαστικές αρχές, αφαίρεση του δικαιώματος σε συνήγορο κατά την προδικασία με αποτέλεσμα μάλιστα οι συνήγοροι, όταν διοριστούν, να παραιτούνται από την υπεράσπιση κρίνοντας ότι δεν μπορούν να ασκήσουν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους). Βάσει αυτών η γερμανική δικαιοσύνη έκρινε ότι τα αιτήματα έκδοσης δεν εισάγονται προς εκδίκαση παραδεκτά μέχρι την επαναφορά της ΕΣΔΑ σε πλήρη ισχύ από το τουρκικό κράτος. Εξάλλου στην ίδια απόφαση διαπιστώνονται και τα ήδη διεθνώς γνωστά προβλήματα συστηματικών βασανισμών κρατουμένων από το τουρκικό κράτος και αποδεκατισμού του δικαστικού σώματος με εκτεταμένες συλλήψεις και παύσεις δικαστών από τα καθήκοντά τους. Το ευρωπαϊκό δίκαιο (άρθρο 3 ΕΣΔΑ) άλλωστε, καθιστά σαφές, ότι ανεξάρτητα από την έκβαση του αιτήματος ασύλου, η Ελλάδα δεν μπορεί να επιστρέψει κανέναν σε κράτος που μπορεί να υποβληθεί σε βασανιστήρια ή σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία.
Οι όποιες ανησυχίες για τις διμερείς σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας δεν είναι δυνατόν να αποβαίνουν σε στέρηση δικαιωμάτων για τους εκζητούμενους ούτε και για τους υπόλοιπους Τούρκους πολίτες που ενώ αιτούνται διεθνή προστασία στη χώρα μας, βρίσκονται συστηματικά πλέον ενώπιον των διωκτών τους κατ΄ εφαρμογήν εντελώς παράνομων πρακτικών, σύμφωνα με τις οποίες ενεργοποιείται η διαδικασία επιστροφής/ επανεισδοχής για όλους τους νεοεισερχόμενους στα νησιά μας, ακόμα και για τους αιτούντες άσυλο, με αποτέλεσμα τα στοιχεία τους να βρίσκονται στη διάθεση των Τουρκικών αρχών, κατά πρωτοφανή παράβαση των αρχών και των εγγυήσεων προστασίας και εμπιστευτικότητας της διαδικασίας ασύλου.
Οι διεθνείς συμφωνίες για την έκδοση, όπως και η Σύμβαση της Γενεύης έχουν μακρά ιστορία, βασίζονται δε στην θεμελιώδη αρχή του διαχωρισμού της αντιμετώπισης των αιτημάτων έκδοσης ή/και ασύλου από τις διμερείς ενέργειες που μπορούν να θεωρηθούν εχθρικές μεταξύ κρατών. Οι εκπτώσεις στα δικαιώματα και τις διεθνείς υποχρεώσεις του κράτους αφήνουν ανεξίτηλο αρνητικό στίγμα και δεν προσφέρονται ως μέσα για την επίτευξη οποιουδήποτε διεθνοπολιτικού σκοπού. Είναι δε βέβαιο ότι τέτοιου τύπου «παραχωρήσεις» στο τουρκικό κράτος τη στιγμή της απόλυτης διολίσθησής του στον αυταρχισμό θα αποτελέσουν μόνον σύμπραξη της Ελλάδας στον δημοκρατικό κατήφορο της γειτονικής χώρας.
Το ελληνικό κράτος και η ελληνική δικαιοσύνη έχουν απόλυτη υποχρέωση να αρνηθούν την έκδοση των τούρκων στρατιωτικών στο τουρκικό κράτος που διαφημίζει ανοιχτά την δίωξη και τη στέρηση οποιασδήποτε αξιοπρέπειας και δικαιώματος στους κατηγορούμενους ως συμμετέχοντες στο πραξικόπημα και αίρει ακόμα και σε τυπικό επίπεδο την δέσμευσή του από την ΕΣΔΑ, την οποία ούτως ή άλλως συστηματικά παραβιάζει το ποινικό σύστημα της Τουρκίας. Ο σεβασμός των στοιχειωδών δικαιωμάτων στην Τουρκία αποτελεί και κομμάτι της διεθνούς ευθύνης των γειτονικών κρατών. Οποιαδήποτε παραβίαση νόμων στο βωμό πολιτικών σκοπιμοτήτων είναι απαράδεκτη για ένα κράτος δικαίου και επικίνδυνη για τη δημοκρατία.
Ομάδα Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών
Αθήνα, 19 Δεκεμβρίου 2016
Σημειωτέον ότι ο νόμος προβλέπει ρητά ότι «[…]1. Οι αιτούντες επιτρέπεται να παραμένουν στη χώρα μέχρι την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας εξέτασης της αίτησης διεθνούς προστασίας και απαγορεύεται η απομάκρυνσή τους με οποιονδήποτε τρόπο[…]. […]2.[…]Κανένας δεν εκδίδεται πριν εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση επί της αίτησής του, εφόσον επικαλείται φόβο δίωξης στο εκζητούν κράτος[…]» (άρθρο 37 Ν.4375/2016 ΦΕΚ Α΄51). Σύμφωνα, δε, με τις συστάσεις της Ύπατης Αρμοστείας του Ο.Η.Ε. για τους πρόσφυγες η διερεύνηση του αιτήματος έκδοσης έπεται της απόφασης για το αίτημα ασύλου, ειδικά τη στιγμή που το αίτημα αυτό κατατέθηκε πριν οι τουρκικές αρχές ζητήσουν την έκδοση και μάλιστα άμεσα με την άφιξη των Τούρκων στρατιωτικών.
Δυστυχώς η δικαιοσύνη επέλεξε να επιταχύνει την έναρξη της διαδικασίας έκδοσης ενώ ακόμα οι 8 Τούρκοι είναι αιτούντες άσυλο, γεγονός που κατά τα παγίως δεκτά γενόμενα γεννά κίνδυνο απώλειας δικαιωμάτων στην διαδικασία ασύλου και μη ώριμης κρίσης για το ζήτημα της έκδοσης. Εξάλλου, εσφαλμένα δικάστηκε άμεσα με τη διαδικασία του αυτοφώρου η ποινική δίωξη κατά των 8 Τούρκων για παράνομη είσοδο με καταδικαστική μάλιστα κατάληξη, ενώ το παράνομο της εισόδου εξαρτάται λογικά και νομικά από το κατά πόσον οι εν λόγω έχουν δικαιολογημένο φόβο δίωξης και αναζητούν διεθνή προστασία, με την οποία είναι σύμφυτη και δικαιολογημένη η παράτυπη είσοδος. Αμφιβολίες, δε, για το δίκαιο της κρίσης επί του αιτήματος έκδοσης δημιουργούν επίσης τόσο οι αντιφατικές ομόφωνες αποφάσεις δύο διαφορετικών Συμβουλίων Εφετών, αλλά και η άσκηση έφεσης από τον Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Εφετών, ενώ η Εισαγγελέας της έδρας πρότεινε την απόρριψη του αιτήματος έκδοσης, και με τον μη προβλεπόμενο στο νόμο λόγο «της σοβαρότητας της υπόθεσης που απαιτεί να αχθεί η υπόθεση σε ανώτερο δικαστήριο», όταν μάλιστα υπάρχει αντίθετη πρόσφατη πάγια νομολογία των ως άνω αρμοδίων δικαστηρίων, συμπεριλαμβανομένου και του Αρείου Πάγου για υποθέσεις αιτούντων άσυλο και προσφύγων στην Τουρκία.
Συγκεκριμένα, κατά το διάστημα των ετών 2013-2014 ενεργοποιήθηκε η διαδικασία έκδοσης προς την Τουρκία σημαντικού αριθμού Τούρκων αιτούντων άσυλο/αναγνωρισμένων προσφύγων στη χώρα μας (περί τα 20 αιτήματα). Ο Άρειος Πάγος και τα αρμόδια Συμβούλια Εφετών (Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Πειραιώς, Πατρών, Χαλκίδας), απέρριψαν όλα τα ως άνω αιτήματα έκδοσης, με πάγια, πλέον, νομολογία αποφαινόμενα ότι η έκδοση τους στην Τουρκία κωλύεται από τον υφιστάμενο κίνδυνο επιδείνωσης της θέσης του εκζητουμένου - ιδίως ως προς τις βασικές εγγυήσεις περί δίκαιης δίκης- εξαιτίας των πολιτικών του φρονημάτων ή/και γιατί η δίωξη αφορά πολιτικό έγκλημα ή συναφές ή/και γιατί είναι αόριστη και υποκρύπτει δίωξη για άλλους λόγους ή/και γιατί εκκρεμεί αίτημα ασύλου στην Ελλάδα.
Παρά ταύτα, η διαδικασία της έκδοσης προχώρησε ήδη με πρωτοβάθμια κρίση του Συμβουλίου Εφετών για 6 από τους ως άνω εκζητούμενους αιτούντες άσυλο και παρά το γεγονός ότι η Τουρκία έχει αναστείλει την ισχύ της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, εισάγοντας πλέον και επίσημα σοβαρές παρεκκλίσεις από το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη. Οι παρεκκλίσεις αυτές διαπιστώνονται σε πρόσφατη απόφαση ανωτέρου δικαστηρίου της Γερμανίας (παρατεταμένη κράτηση από την αστυνομία χωρίς άδεια από τις δικαστικές αρχές, αφαίρεση του δικαιώματος σε συνήγορο κατά την προδικασία με αποτέλεσμα μάλιστα οι συνήγοροι, όταν διοριστούν, να παραιτούνται από την υπεράσπιση κρίνοντας ότι δεν μπορούν να ασκήσουν αποτελεσματικά τα καθήκοντά τους). Βάσει αυτών η γερμανική δικαιοσύνη έκρινε ότι τα αιτήματα έκδοσης δεν εισάγονται προς εκδίκαση παραδεκτά μέχρι την επαναφορά της ΕΣΔΑ σε πλήρη ισχύ από το τουρκικό κράτος. Εξάλλου στην ίδια απόφαση διαπιστώνονται και τα ήδη διεθνώς γνωστά προβλήματα συστηματικών βασανισμών κρατουμένων από το τουρκικό κράτος και αποδεκατισμού του δικαστικού σώματος με εκτεταμένες συλλήψεις και παύσεις δικαστών από τα καθήκοντά τους. Το ευρωπαϊκό δίκαιο (άρθρο 3 ΕΣΔΑ) άλλωστε, καθιστά σαφές, ότι ανεξάρτητα από την έκβαση του αιτήματος ασύλου, η Ελλάδα δεν μπορεί να επιστρέψει κανέναν σε κράτος που μπορεί να υποβληθεί σε βασανιστήρια ή σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία.
Οι όποιες ανησυχίες για τις διμερείς σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας δεν είναι δυνατόν να αποβαίνουν σε στέρηση δικαιωμάτων για τους εκζητούμενους ούτε και για τους υπόλοιπους Τούρκους πολίτες που ενώ αιτούνται διεθνή προστασία στη χώρα μας, βρίσκονται συστηματικά πλέον ενώπιον των διωκτών τους κατ΄ εφαρμογήν εντελώς παράνομων πρακτικών, σύμφωνα με τις οποίες ενεργοποιείται η διαδικασία επιστροφής/ επανεισδοχής για όλους τους νεοεισερχόμενους στα νησιά μας, ακόμα και για τους αιτούντες άσυλο, με αποτέλεσμα τα στοιχεία τους να βρίσκονται στη διάθεση των Τουρκικών αρχών, κατά πρωτοφανή παράβαση των αρχών και των εγγυήσεων προστασίας και εμπιστευτικότητας της διαδικασίας ασύλου.
Οι διεθνείς συμφωνίες για την έκδοση, όπως και η Σύμβαση της Γενεύης έχουν μακρά ιστορία, βασίζονται δε στην θεμελιώδη αρχή του διαχωρισμού της αντιμετώπισης των αιτημάτων έκδοσης ή/και ασύλου από τις διμερείς ενέργειες που μπορούν να θεωρηθούν εχθρικές μεταξύ κρατών. Οι εκπτώσεις στα δικαιώματα και τις διεθνείς υποχρεώσεις του κράτους αφήνουν ανεξίτηλο αρνητικό στίγμα και δεν προσφέρονται ως μέσα για την επίτευξη οποιουδήποτε διεθνοπολιτικού σκοπού. Είναι δε βέβαιο ότι τέτοιου τύπου «παραχωρήσεις» στο τουρκικό κράτος τη στιγμή της απόλυτης διολίσθησής του στον αυταρχισμό θα αποτελέσουν μόνον σύμπραξη της Ελλάδας στον δημοκρατικό κατήφορο της γειτονικής χώρας.
Το ελληνικό κράτος και η ελληνική δικαιοσύνη έχουν απόλυτη υποχρέωση να αρνηθούν την έκδοση των τούρκων στρατιωτικών στο τουρκικό κράτος που διαφημίζει ανοιχτά την δίωξη και τη στέρηση οποιασδήποτε αξιοπρέπειας και δικαιώματος στους κατηγορούμενους ως συμμετέχοντες στο πραξικόπημα και αίρει ακόμα και σε τυπικό επίπεδο την δέσμευσή του από την ΕΣΔΑ, την οποία ούτως ή άλλως συστηματικά παραβιάζει το ποινικό σύστημα της Τουρκίας. Ο σεβασμός των στοιχειωδών δικαιωμάτων στην Τουρκία αποτελεί και κομμάτι της διεθνούς ευθύνης των γειτονικών κρατών. Οποιαδήποτε παραβίαση νόμων στο βωμό πολιτικών σκοπιμοτήτων είναι απαράδεκτη για ένα κράτος δικαίου και επικίνδυνη για τη δημοκρατία.
Ομάδα Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών
Αθήνα, 19 Δεκεμβρίου 2016