1 Αυγ 2014

Για το ναυάγιο στο Φαρμακονήσι

Print this post
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ
ΔΙΚΤΥΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ
ΟΜΑΔΑ ΔΙΚΗΓΟΡΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΝΑΥΑΓΙΟΥ ΣΤΟ ΦΑΡΜΑΚΟΝΗΣΙ ΣΤΙΣ 20/1/2014


Αθήνα, 31 Ιουλίου 2014
Ιστορικό 

Τις πρωινές ώρες  της 20-1-2014 στη θαλάσσια περιοχή της νήσου Φαρμακονησίου, μέσα στα ελληνικά χωρικά ύδατα  κοντά στην οριογραμμή,  ανατράπηκε ένα μικρό σκάφος,  επί του οποίου επέβαιναν 27 πρόσφυγες από το Αφγανιστάν και  τη Συρία, μεταξύ των οποίων 4 γυναίκες και 9 παιδιά.  Η ανατροπή και βύθιση έγινε κατά την διάρκεια ρυμούλκησης του πλοιαρίου από σκάφος του λιμενικού  και  είχε σαν αποτέλεσμα  το θάνατο 11 ατόμων (3 γυναικών και 8 παιδιών), εκ των οποίων οι σοροί μιας γυναίκας και  δύο παιδιών βρέθηκαν στη θάλασσα και οι υπόλοιποι  μέσα στην καμπίνα του πλοιαρίου κατά την ανέλκυσή αυτού ένα μήνα μετά το ναυάγιο. 


Στην άμεση επαφή τους με τους εκπροσώπους της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες  που έγινε την αμέσως επόμενη ημέρα  στη νήσο Λέρο, οι 16 διασωθέντες πρόσφυγες ανέφεραν ότι το πλοιάριο τους είχε πλησιάσει στις ελληνικές ακτές όταν  συνάντησε  το λιμενικό και ότι η ρυμούλκηση έγινε  με κατεύθυνση προς την Τουρκία σε δύο φάσεις με μεγάλες ταχύτητες και με επικινδύνους ελιγμούς, με αποτέλεσμα να επέλθει ως εξ αυτού η εισροή υδάτων. Επίσης, ότι το σχοινί που συγκρατούσε το πλοιάριο με το λιμενικό σκάφος κατά την ρυμούλκηση κόπηκε από τους λιμενικούς, με αποτέλεσμα να οδηγήσει στην ανατροπή του πλοιαρίου και στο χαμό των 11 γυναικόπαιδων και ότι δεν έγιναν οι απαραίτητες ενέργειες για τη διάσωση τους. Kατήγγειλαν δε επιπλέον πράξεις κακομεταχείρισης σε βάρος τους  μετά την άφιξη τους στο Φαρμακονήσι. 

Οι λιμενικοί αντίθετα αρνήθηκαν τις καταγγελίες. Για την υπόθεση αυτή, η οποία  απασχόλησε εκτεταμένα τον Τύπο, προκάλεσε  διεθνές ενδιαφέρον και απασχόλησε την Eλληνική Βουλή, αλλά και το Eυρωπαϊκό Κοινοβούλιο,  διατάχθηκε προκαταρκτική εξέταση  από τον Εισαγγελέα  του Ναυτοδικείου, την οποία οι οργανώσεις μας παρακολούθησαν από κοντά, συνδράμοντας τα θύματα στην άσκηση των δικαιωμάτων τους.

Θέση της δικογραφίας στο Αρχείο

Μετά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από τον Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου Πειραιά εκδόθηκε Πράξη του, με την οποία η δικογραφία τέθηκε στο αρχείο χαρακτηριζόμενη ως «προφανώς αβάσιμη στην ουσία της» σε ό,τι αφορά τη διερεύνηση της τέλεσης των αδικημάτων των άρθρων 306 ΠΚ (έκθεση σε κίνδυνο), 277 (πρόκληση ναυαγίου), 278 ΠΚ (πρόκληση ναυαγίου από αμέλεια) και 308 ΠΚ (σωματικές βλάβες).

Συγκεκριμένα τέθηκε στο αρχείο η ως άνω δικογραφία ως προς τη διερεύνηση των ευθυνών των λιμενικών για την πρόκληση του ναυαγίου, καθώς και για την καταγγελθείσα από τους διασωθέντες κακομεταχείριση, που υπέστησαν στο Φαρμακονήσι.


Η Πράξη αυτή εγκρίθηκε στη συνέχεια από τον Εισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, ο οποίος είχε το δικαίωμα, με βάση το νόμο, να παραγγείλει την άσκηση ποινικής δίωξης, αλλά δεν το έπραξε.Η επιλογή του Εισαγγελέα του Ναυτοδικείου Πειραιά να θέσει τη δικογραφία στο αρχείο αγνοώντας τις εγκλήσεις των παθόντων και τις αναλυτικές μαρτυρίες τους για τα γεγονότα υπονομεύει το δικαίωμά τους να ζητούν έννομη προστασία και καταστρατηγεί θεμελιώδη δικαιώματα και εγγυήσεις υπέρ του θύματος στο πλαίσιο της ποινικής δίκης.

Ο Εισαγγελέας του Ναυτοδικείου κατέληξε στην κρίση του ότι οι ισχυρισμοί των επιζήσαντων παθόντων είναι προφανώς αβάσιμοι, στηριζόμενος, κατ’ αρχάς, στα εξής κατ’ αυτόν «δεδομένα», τα οποία βασίζονται αποκλειστικά σε μαρτυρίες εμπλεκόμενων λιμενικών και στρατιωτικών και των προϊσταμένων τους.

Συγκεκριμένα δέχθηκε ως αναμφισβήτητα και αμάχητα «δεδομένα»:

- ότι δε γίνονται επαναπροωθήσεις και

- ότι η εντολή που είχε το πλήρωμα του εμπλεκόμενου σκάφους από προϊσταμένη αρχή στην οποία απευθύνθηκαν ήταν να τους φέρουν στην ξηρά (Ελλάδα) με ασφάλεια. Συγκεκριμένα ο Εισαγγελέας αναφέρεται σε σχετική εντολή που δόθηκε από τη Διεύθυνση Προστασίας Θαλασσίων Συνόρων (ΔΙΠΘΑΣ), η οποία διαχειρίστηκε ευθύς εξαρχής το περιστατικό μέχρι και τη βύθιση του αλιευτικού σκάφους. Σημειωτέον ότι η αρμοδιότητα της ΔΙΠΘΑΣ είναι η «προστασία των θαλασσίων συνόρων της χώρας και η αποτροπή της παράνομης μετανάστευσης» και ΟΧΙ η διάσωση, για την οποία έχει αρμοδιότητα το Ενιαίο Κέντρο Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (ΕΚΣΕΔ).

Εν συνεχεία και επί τη βάσει αποκλειστικά των καταθέσεων των εμπλεκόμενων στο περιστατικό λιμενικών και στρατιωτικών κρίνει αναξιόπιστες τις καταγγελίες των επιζήσαντων παθόντων. Συγκεκριμένα ο Εισαγγελέας θεωρεί ότι εφ’ όσον εμφανίζεται «πραγματολογικά ανακριβής και αποδεικτικά μετέωρος» ο βασικός τους ισχυρισμός περί ρυμούλκησης του σκάφους τους προς τα τουρκικά παράλια «καθίσταται παρέλκουσα και αλυσιτελής η περαιτέρω ενασχόληση με τις επιμέρους παραμέτρους των καταγγελιών αυτών». Χρησιμοποιεί δε επιλεκτικά στοιχεία της πραγματογνωμοσύνης, που ωστόσο αναφέρονται περιοριστικά σε ερωτήματα που αφορούσαν το αξιόπλοο και τις δυνατότητες των δυο σκαφών .

Ωστόσο από την πλευρά των διασωθέντων προσφύγων επισημαίνονται τα ακόλουθα κρίσιμα για την ανάδειξη της αλήθειας και της ευθύνης των εμπλεκόμενων λιμενικών και των προϊσταμένων τους:
  • Ο Εισαγγελέας επικεντρώνεται και λαμβάνει υπ’ όψιν του ΜΟΝΟ το κανονιστικό πλαίσιο, που ρυθμίζει τα θέματα της «προστασίας των θαλάσσιων συνόρων της χώρας και της παράνομης μετανάστευσης», για τα οποία έχει αρμοδιότητα η Διεύθυνση Προστασίας Θαλασσίων Συνόρων (ΔΙΠΘΑΣ), ήτοι για την αστυνόμευση των συνόρων και την αποτροπή εισόδου. ΔΕΝ ΛΑΜΒΑΝΕΙ ΥΠ’ ΟΨΙΝ ΚΑΘΟΛΟΥ ο Εισαγγελέας τους θεμελιώδεις κανόνες και αρχές του Διεθνούς Ναυτικού Δικαίου και Δικαίου της Θάλασσας για την υποχρέωση της διασφάλισης της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα και τους συναφείς κανόνες έρευνας και διάσωσης, (Διεθνής Σύμβαση για τη Ναυτική Έρευνα και Διάσωση που κυρώθηκε με το Ν. 1844/1989: «Κύρωση Σύμβασης για τη Ναυτική Έρευνα και Διάσωση και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 100, τ. Α΄) και τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 201/2000, Απόφαση Α.920 (22) της Συνέλευσης του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού).
  • Στην πράξη αγνοούνται οι καταγγελίες και αναφορές των διεθνούς κύρους οργανώσεων και διεθνών οργάνων και συγκεκριμένα του Επιτρόπου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης, της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, της Διεθνούς Αμνηστίας, της Proasyl, σχετικά με τις παράνομες επαναπροωθήσεις καθώς και τις δηλώσεις του ίδιου του Υπουργού Ναυτιλίας σχετικά με τις αποτροπές, για τις οποίες επιχαίρει δημοσίως. 
  • Παραβλέπει τις σοβαρές αντιφάσεις και τα σοβαρά ερωτήματα, που δημιουργούνται από τις καταθέσεις των εμπλεκόμενων λιμενικών και στρατιωτικών και τα σήματα των αντίστοιχων υπηρεσιών :
    - ως προς τον χρόνο εντοπισμού (ήτοι διάσταση έως και 1:30 ώρας :άλλοτε 00:35, άλλοτε 1:25, άλλοτε 1:45 και άλλοτε 2:00).
    - ως προς τον χρόνο ενημέρωσης των υπηρεσιών, που ενεπλάκησαν σε σχέση με την εξέλιξη του περιστατικού (το ΕΚΣΕΔ ενημερώνεται 2:13, χρόνο κατά τον οποίο όχι μόνο έχει βυθισθεί το σκάφος αλλά έχουν ήδη περισυλλεγεί οι 16 επιβαίνοντες και 3’ λεπτά πριν την αναχώρηση του λιμενικού σκάφους από το σημείο).
    - ως προς τους χρόνους εξέλιξης του περιστατικού μεταξύ 02:00 και 02:13 (ήτοι σε διάστημα 13 λεπτών: εντοπισμός, αναγνώριση, πρόσδεση, ρυμούλκηση σε δύο φάσεις διάρκειας τουλάχιστον 15 λεπτών, ανατροπή και περισυλλογή 15 διασωθέντων)
    - ως προς την προέλευση των εντολών, που δόθηκαν για τη διαχείριση του περιστατικού
    - ως προς το πολύ κρίσιμο στοιχείο του στίγματος αφού, σταθερά σε όλες τις καταθέσεις, το σημείο του εντοπισμού του σκάφους και το σημείο της βύθισης συμπίπτουν επακριβώς σε γεωγραφικό μήκος και πλάτος.
  • Παραβλέπει εντελώς το γεγονός ότι από το Λιμεναρχείο Λέρου έχουν αποσταλεί 2 σήματα, εκ των οποίων το δεύτερο χαρακτηρίζεται ως «ορθή επανάληψη» του πρώτου και με το οποίο τροποποιούνται με κραυγαλέο τρόπο οι χρόνοι εξέλιξης του περιστατικού και η περιγραφή των γεγονότων. 
  • Αποκρούει ως αναξιόπιστες τις μαρτυρίες των επιζήσαντων παθόντων, που σταθερά διατυπώθηκαν από την πρώτη επικοινωνία τους με εκπρόσωπο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, μία μόλις μέρα μετά το τραγικό συμβάν και πριν ακόμη καταθέσουν όλοι, ενώπιον των αρμόδιων λιμενικών αρχών Λέρου και περιγράφουν τους εγκληματικά επικίνδυνους χειρισμούς των λιμενικών, που οδήγησαν στην ανατροπή του σκάφους τους και στον άδικο χαμό των ανθρώπων τους.
  • Εντέλει προκύπτει από το σύνολο της Πράξης ότι αξιολογούνται, ως βάσιμες, οι καταθέσεις, που δόθηκαν στο Λιμεναρχείο της Λέρου, μετά τα δραματικά γεγονότα, με διερμηνείς, που δεν μιλούσαν τη γλώσσα των διασωθέντων και με προβληματική διαδικασία και παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ο Εισαγγελέας κινεί την ποινική δίωξη κατά των διενεργησάντων την προανάκριση λιμενικών υπαλλήλων στη Λέρο, διατάσσοντας τη διενέργεια κύριας ανάκρισης για παράβαση καθήκοντος και ψευδείς βεβαιώσεις.
  • Αποκρούει ως αναξιόπιστη την κατάθεση του ΕΠΟΠ Λοχία του Φαρμακονησίου, ο οποίος περιέγραψε πράξεις βίας σε βάρος των διασωθέντων στο Φαρμακονήσι.
  • Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο Εισαγγελέας, στην πολυσέλιδη πράξη του με τις περίτεχνες αναφορές στα γεγονότα και στις εκτιμήσεις του δεν αναφέρεται και δεν αξιολογεί το κρίσιμο στοιχείο της κοπής, από τους ίδιους τους λιμενικούς, του σκοινιού, που συγκρατούσε το σκάφος των προσφύγων - γεγονός που δήλωσαν οι ίδιοι οι λιμενικοί - με συνέπεια τη βύθισή του καθώς και την εγκατάλειψη του σημείου από το σκάφος του λιμενικού αμέσως μετά.
  • Ο Εισαγγελέας απέχει από τις αναγκαίες ενέργειες συλλογής αποδεικτικών στοιχείων, που είναι κρίσιμα για τη διερεύνηση της υπόθεσης και αγνόησε τα αιτήματα των διασωθέντων για την συγκέντρωση και διάσωση αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με τις επικοινωνίες και συνομιλίες των εμπλεκόμενων, την ηλεκτρονική καταγραφή της θέσης και της πορείας των σκαφών και την συνδυασμένη αξιολόγησή τους, τα οποία κινδυνεύουν να απωλεσθούν εάν δεν γίνουν έγκαιρα οι αναγκαίες ανακριτικές πράξεις.
  • Η Πράξη αποδέχεται πρόθυμα ότι κανένα ηλεκτρονικό μέσο του λιμενικού και στρατού δεν κατέγραψε κανένα στοιχείο εκείνο το βράδυ.
Αποδεικνύεται από το υλικό της δικογραφίας, την ίδια την Πράξη του Εισαγγελέα σε συνδυασμό με τα Πρακτικά της Βουλής στην ειδική συνεδρίαση στις 29/1/2014 ότι στις 20/1/2014, στην περιοχή του Φαρμακονησίου, έλαβε χώρα μία επιχείρηση «προστασίας συνόρων» δηλαδή αποτροπής και επαναπροώθησης και όχι διάσωσης, αφού μόνο μετά την βύθιση του σκάφους και αφού ήδη είχαν επιβιβασθεί στο σκάφος του Λιμενικού οι 16 διασωθέντες, ενημερώθηκε το αρμόδιο Κέντρο Διάσωσης (ΕΚΣΕΔ), στις 2:13, με αποτέλεσμα να έχει χαθεί κρίσιμος χρόνος για τη διάσωση των ανθρώπων. Τονίζεται ότι οι λιμενικοί όφειλαν να ενεργοποιήσουν την επιχείρηση έρευνας και διάσωσης και να ενημερώσουν το αρμόδιο ΕΚΣΕΔ, από την πρώτη στιγμή του εντοπισμού του αλιευτικού σκάφους, που ήταν ακυβέρνητο, είχε πολλούς επιβαίνοντες και υπό αντίξοες καιρικές συνθήκες, όπως οι ίδιοι οι λιμενικοί καταθέτουν. 
 
Οι σοβαρές αντιφάσεις στις καταθέσεις των εμπλεκόμενων και η αναντιστοιχία των χρόνων με τα περιγραφόμενα γεγονότα δημιουργεί βάσιμες υποψίες ότι τα γεγονότα δεν έχουν λάβει χώρα ούτε στους τόπους, ούτε στους χρόνους, ούτε με τον τρόπο που περιγράφουν οι εμπλεκόμενοι λιμενικοί και στρατιωτικοί.

Παραβιάστηκαν όλοι οι κανόνες έρευνας και διάσωσης.